Ρίγη συγκίνησης και ατελείωτα δάκρυα: «Αχ, ρε μάνα, δεν ξέρω αν με ακούς, θα το ήθελα πολύ όμως»

Μία γυναίκα, εξέφρασε τις σκέψεις της και προκαλεί ρίγη συγκίνησης σε όσους διαβάζουν το κείμενό της. Η ίδια έχασε τη μητέρα της και όπως εξομολογείται πλέον της λείπει πιο πολύ από ποτέ.

«Είναι λάθος τελικά αυτό που λένε ότι τα παιδιά χρειάζονται τους γονείς τους όταν είναι μικρά. Όταν μεγαλώνουν, τους χρειάζονται περισσότερο.

Ίσως γιατί το ηλικιακό χάσμα δείχνει μικρότερο, ίσως γιατί η αίσθηση ότι μεγαλώνουμε ησυχάζει μέσα μας, με την ύπαρξη κάποιου δικού μας ανθρώπου μεγαλύτερου από μας.

Πέρασαν τέσσερα χρόνια και όμως κάποιες στιγμές είναι σαν να έφυγες μόλις χθες.

Ακόμα θυμάμαι τα πακέτα με τα τσιγάρα που πέρναγαν μέσα απ΄τα δάχτυλά μου, για να μπορέσω να τα απασχολήσω. Ακόμα θυμάμαι που μουρμούριζα όλη εκείνη την ημέρα μέχρι να φτάσει τα βράδυ και να πέσω σχεδόν λιπόθυμη για ύπνο από την κούραση και την ένταση των δευτερολέπτων που δεν έλεγαν να περάσουν και να φύγουν.

Η ειρωνεία του χρόνου που μπορεί να μεταλλάσσεται από το αργά στο γρήγορα και εκείνες τις στιγμές πέρναγε μόνο πολύ αργά. Σου μιλάω ακόμα σε άσχετες στιγμές, ακόμα και περπατώντας στο δρόμο, μοιάζοντας με εκείνες τις «πειραγμένες» που μονολογούν κάνοντας διάλογο.

«Αχ ρε μάνα» γράφει μία γυναίκα

Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω αν με ακούς. Θα το ήθελα πολύ όμως. Δεν ξέρω αν με βλέπεις, αν με νιώθεις, αν με αισθάνεσαι, όμως εγώ τα κάνω και τα τρία. Μάλλον η ανάγκη με σπρώχνει. Μάλλον αυτογιατρεύομαι από την έλλειψη σου, θεωρώντας ότι ακόμα είσαι κάπου εδώ γύρω.

Ακόμα φωνάζω «αχ ρε μάνα», όπως τότε. Όπως πάντοτε. Ίσως γιατί αυτό το «αχ» μου δίνει το δικαίωμα να λέω ακόμα τη λέξη που δεν μου αναλογεί πια.

Παρηγορούμαι όταν την ακούω απ΄ το παιδί μου, αισθάνομαι και εγώ όπως αισθανόσουν εσύ -εκεί συναντιόμαστε μάνα- αλλά δεν είναι το ίδιο. Μου λείπεις μάνα.

Ξέρω ότι κάθε άσπρη τρίχα που φυτρώνει στο κεφάλι μου με φέρνει ακόμα πιο κοντά σου, αλλά δεν είναι παρηγοριά αυτό, να ξέρεις. Αντιγράφω πλέον λέξεις σου, κινήσεις σου, αντιδράσεις σου, χωρίς να το καταλαβαίνω, χωρίς να το πολυσκέφτομαι.

Φοράω το αγαπημένο σου πουκάμισο. Ξέρεις ποιο. Εκείνο που ήταν δικό μου, το βαρέθηκα, το έδωσα σε σένα που σου άρεσε, εσύ δεν υπάρχεις πια να το φορέσεις, και ξαναγύρισε σε μένα. Για κάποιο λόγο η μυρωδιά σου το έχει διαπεράσει. Απορρυπαντικά και μαλακτικά δεν μπορούν να τη βγάλουν. Ακόμα και τα κουμπιά του την ώρα που το κλείνω, με τα δικά σου αποτυπώματα κουμπώνονται.

Στο σπίτι σου δεν μπορώ να κάτσω. Μπαίνω, κάνω δουλειά και βγαίνω γρήγορα. Ούτε σπανακόπιτα τόλμησα να φτιάξω. Ούτε κουλουράκια σμυρναίικα. Ούτε μελιτζάνες παπουτσάκια. Ούτε σηκώνομαι να χορέψω μπάλο, γιατί εσύ τον χόρευες όπως καμία άλλη.

Και εκείνο το κραγιόν σου, το Μax factor No 74, δεν μου πάει ρε μάνα. Απλά σου χρεώνω που σε χρειάζομαι όσο ποτέ κι εσύ δεν είσαι πουθενά. Έχω ανάγκη να σε χρεώσω κάτι και ελπίζω να το καταλαβαίνεις.

Ψέματα, τίποτα δεν μπορώ να σε χρεώσω. Θα ήθελα να ήσουν εδώ μάνα. Ας ήσουν εδώ, κι εγώ δεν θα σε χρειαζόμουν ποτέ. Είναι υπόσχεση, μάνα!

Της Δήμητρας Καφρομάνη

Related posts

Αληθινή ιστορία: «Όλοι με κατέκριναν επειδή στα 66 έγινα πρώτη φορά μητέρα. Σήμερα είμαι 81 και καμαρώνω την 15χρονη κόρη μου»

Μία κατσαρόλα και η Ελληνίδα μάνα: Η αληθινή και συγκινητική ιστορία που κρύβει μέσα της όλη την Ελλάδα

Αληθινή εξομολόγηση: Μετά το διαζύγιο έκανα σχέση 27 χρόνια με έναν άντρα που μου τα πλήρωνε όλα

Αληθινή εξομολόγηση: Η σύντροφός μου έμεινε έγκυος από άλλον και τη συγχώρεσα, πώς πρέπει να με αποκαλεί το παιδί

Αληθινή ιστορία: «Στα 50 μου εγκατέλειψα την οικογένειά μου για την κολλητή του γιου μου και όταν νόσησα από καρκίνο, με παράτησε»

Αληθινή εξομολόγηση: Τα παιδιά μου κοιτούσαν απ’ το τζάμι τον πατέρα τους να τρώει Σαρακοστιανά ενώ αυτά πεινούσαν

Όλοι έχουμε από έναν: «Άτιμη φάρα ο κακός συγγενής. Ψεύτικα φιλιά και καθώς πρέπει αγκαλιές προκαλούν αηδία»

«Όταν έρθετε να πάρετε βέρες, μου το πληρώνετε»: Συγκλονίζει ο κοσμηματοπώλης που χάρισε μονόπετρο σε αγοράκι για του Αγίου Βαλεντίνου

Αληθινή εξομολόγηση: «Οι γονείς μου έδωσαν στον άντρα μου 5 ευρώ για δώρο γενεθλίων, δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο άσχημα ένιωσα»