Ερρίκος Ανδρέου: Δύσκολες ώρες για τον γιο του
Ο γιος της Νόρας Βαλσάμη και του Ερρίκου Ανδρέου, μετά τον θάνατο του πατέρα του, βιώνει δύσκολες ώρες προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει την απώλεια του γονιού του.
Έχουν περάσει μόλις 22 μέρες από το τελευταίο «αντίο» στον σπουδαίο σκηνοθέτη και σύζυγο της, Νόρας Βαλσάμη, Ερρίκο Ανδρέου, και ο γιος του ανοίγει πρώτη φορά την καρδιά του στην «Espresso» και μιλά στον Νίκο Νικόλιζα για το δράμα που περνά μαζί με τη μητέρα του.
«Ακόμα δεν μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε και να ξεπεράσουμε τον χαμό του. Συνέβαλαν πολλά πράγματα συνδυαστικά που μας οδήγησαν στην κατηφόρα. Λίγο τα οικονομικά, λίγο η απομόνωση εδώ στη Σύρο, όπου χάσαμε τις παρέες της οικογένειας, οι τράπεζες που μας οδήγησαν να μείνουμε μόνιμα εδώ στο νησί… Έτσι, χάσαμε κάθε επαφή και με την υπόλοιπη οικογένεια και με τους άλλους φίλους που είχαμε», λέει στον Νίκο Νικόλιζα.
«Είναι ανεξήγητα όλα αυτά που μας έτυχαν. Οδηγηθήκαμε στην ανάγκη να “μαζευτούμε” κάπως ως οικογένεια, παρόλο που δεν κάναμε ποτέ έξαλλη ή επιπόλαιη ζωή. Τους γονείς μου όλοι τους αγαπούσαν. Οι γονείς μου είχαν παρέα την Αλίκη, τη Ζωή, συνεργάτες από το θέατρο, από τον κινηματογράφο. Δεν δώσαμε ποτέ κανένα δικαίωμα. Δυστυχώς όμως η αδικία πολλές φορές επικρατεί του καλού. Νομίζω, δεν μας άξιζε τέτοια μεταχείριση.
Γιατί η μαμά μου και ο μπαμπάς μου ήταν πάντα κοντά τους, όταν και οι δύο μεσουρανούσαν. Και οι γονείς μου τους αγάπησαν όλους τους καλλιτέχνες, όπως και το αντίστροφο. Υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη στήριξη από τους συναδέλφους, όμως η απομόνωσή μας εδώ στο νησί ίσως να έπαιξε ρόλο. Η οικογένειά μας δεν πήγαινε ποτέ για μεγάλα πράγματα. Οι γονείς μου δεν ανήκαν στην κατηγορία των πλουσίων που έβγαλαν “πειρατικά” χρήματα. Είχαν την ευχέρεια να συνεργαστούν με τον Φίνο και να οδηγηθούν στον σωστό δρόμο από την αρχή της καριέρας τους. Και το ψωμί που έβγαλαν ήταν νόμιμο μέχρι και την τελευταία δραχμή».
Ο Έρικ δεν κρύβει πως ο θάνατος του πατέρα του ήταν για εκείνον και τη μητέρα του απρόσμενος, παρόλο που ο σπουδαίος σκηνοθέτης νοσηλευόταν για μήνες στο νοσοκομείο.
«Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη περίοδο αναπροσαρμογής. Δεν ξέρουμε πλέον ποιος είναι φίλος και ποιος δεν είναι. Η μητέρα μου είναι πολύ άρρωστη. Είναι χάλια, ψυχολογικά και σωματικά. Της έδωσα κάποια χάπια για να ηρεμήσει. Νιώθει πολύ μεγάλη ανασφάλεια. Δεν μπορεί να καταλάβει τι της συμβαίνει. Νιώθει σαν να την πυροβολούν και δεν γνωρίζει από πού.
Για μένα είναι σαν να είναι εδώ ο πατέρας μου, μέσα στο σπίτι. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχει “φύγει”. Γιατί ξέρω τι άνθρωπος ήταν. Ήταν ένας άγγελος ο πατέρας μου. Και ξέρω ποιοι τον οδήγησαν για να φτάσει εκεί που έφτασε. Η πίεση που δεχόταν από όλες τις πλευρές. Και αυτή η πίεση μας οδήγησε στην καταστροφή και σε μια αιχμαλωσία μέχρι να πεθάνουμε ως οικογένεια και να ησυχάσουν όλοι. Είναι σαν να καθόμαστε σε μια γωνία και κάθε μέρα να μας σκοτώνουν όλο και περισσότερο. Καθόμαστε εδώ και μας εκτελούν όλο και περισσότερο. Περνάμε μεγάλη πληγή. Δεν ξέρουμε πού πατάμε και για πού βαδίζουμε. Έφυγε το στήριγμά μας» εξομολογήθηκε, ξεσπώντας σε κλάματα.